Μέλη

Κυριακή 18 Νοεμβρίου 2018

Ορέστης



Περπατάω με τα χέρια στις τσέπες του παλτό μου και το στόμα μου κρυμμένο στο χοντρό μπορντό πλεκτό κασκόλ μου για να μη νιώθω το κρύο. Με τα μάτια μου προσπαθώ να χορτάσω το άρωμα της αγαπημένης μου πόλης. Παρασκευή βράδυ, στην παραλιακή της Θεσσαλονίκης, βιάζομαι να γυρίσω σπίτι,  να ετοιμαστώ και να βγούμε με τον παιδικό μου φίλο για κρασί.

Λατρεύουμε και οι δύο το καλό κρασί. Που μας έχανες, που μας έβρισκες, στις καλές μας μα και στις μαύρες μας, πάντα ξετρυπώναμε ψαγμένα wine bar και αφήναμε λευκές και κόκκινες ποικιλίες να μας συντροφεύουν ως τις πρώτες πρωινές ώρες, στις συζητήσεις μας.

Μέχρι που μια μέρα ο Ορέστης, δε σήκωσε το κινητό.. Ήξερα την ψυχολογική κατάσταση που βρισκόταν. Δύσκολα παιδικά χρόνια, σε ένα σπίτι με μια διαλυμένη "οικογένεια" που οι γονείς δεν έχαναν ευκαιρία να "οπλίζουν" τις κάνες τους, που ο πατέρας μείωνε συνέχεια τις ικανότητες του, τον σύγκρινε με τον αδερφό του και σε κάθε αφορμή ξεσπούσε πάνω του λες και έφταιγε ο Ορέστης για όσα οι γονείς του ήταν ανίκανοι να διαχειριστούν.

Ορέστης. Πέρασε πολιτικός μηχανικός στο Πολυτεχνείο, τελείωσε πρώτος τη σχολή, δούλευε απο τα 17 του για να'ναι ανεξάρτητος, ζούσε μόνος του. Μοναδική του αγάπη και σχέση σοβαρή η μουσική του. Στις όμορφες και δύσκολες στιγμές του, αγκαλιά με μια κιθάρα.. Και όμορφος άντρας, πολύ. Ξανθός γαλανομάτης, με τις γκόμενες να κάνουν σειρά ποια θα τον πρωτοπάρει. Ποιά θα κερδίσει την πίστη του και θα καταφέρει να τον καλουπώσει σε σχέση σοβαρή, με προοπτικές, συγκατοίκηση, γαμοστέφανα, παιδιά, σκυλιά, τραπέζια σούρτα-φέρτα με τα σόγια και όλα τα βαρετά κλισεδάκια που επιτάσσει η κλίκα των "σοβαρεμένων" ανθρώπων.

Ο Ορέστης πάλευε από μικρός με τη θλίψη του. Φίλους δεν ήθελε πολλούς. Μόνο λίγους και καλούς. Ο κολλητός του ο Σπύρος απο τη γειτονιά, εγώ απο το σχολείο και ο Αποστόλης, συμφοιτητής του.

Ακόμα θυμάμαι αυτολεξεί την απάντηση του όταν τον ρωτησα ένα ξημέρωμα που περπατούσαμε στην ίδια προβλήτα, όπως τώρα, πως είναι να βιώνεις την ψυχολογική κατάσταση στην οποία βρισκόταν χρόνια και πάλευε να ξεπεράσει μέσα απο συζητήσεις επι συζητήσεων με την ψυχοθεραπεύτρια του.

"Μοιάζει με γαλήνια θάλασσα βράδυ καλοκαιριού. Κάθεσαι στην άμμο και περιμένεις τα κύματα να σε δροσίσουν όταν ξαφνικά η θάλασσα γίνεται άγρια, φουρτουνιάζει, σκάει ενα μεγάλο κύμα πάνω σου, σε κανεί να γλιστρήσεις στα εντός της και πνίγει το στόμα σου με αλατόνερο. Το αλάτι καίει τον λαιμό σου, το νερό πλημμυρίζει στα λαρύγγια σου και νιώθεις το κεφάλι σου να μυρμηγκιάζει απο την έλλειψη οξυγόνου. Ασφυξία. Και εκεί που λες πως όλα τελειωσαν, το κύμα σε ξεβράζει, ανοίγεις τα μάτια και ο ήλιος σε καίει..."
(...)
"Δε ξέρεις πότε θα σε χτυπήσει αυτό το μαλακισμένο συναίσθημα Νινάκι. Απλά ζεις και εύχεσαι να μη ξανάρθει, πάντα μέχρι την επόμενη φορά.."
(...)
"Θα φύγω Νίνα. Μακριά από όλους και απο όλα. Να κάνω νέα αρχή. Να αναπνεύσω. Να ξεκινήσω από το μηδέν."

Ο Ορέστης έφυγε οκτώ χρόνια στας Ελβετίας. Διατριβή, δουλειά και πολύ εσωτερική αναζήτηση για λύτρωση.

Σήμερα το βράδυ, γιορτάζει τον νέο Ορέστη, παρέα με παλιούς και καινούργιους, πολλούς φίλους. Γιορτάζει αυτόν που όταν το κύμα τον αρπάζει αγριεμένα, παλεύει, βγαίνει στην επιφάνεια και παίρνει βαθιά ανάσα να γεμίσουν τα πνευμόνια του οξυγόνο..

Κάθε φορά που περπατάω στην προβλήτα κάτω από τη Λεωφόρο Μ. Αλεξάνδρου, αυτόν σκέφτομαι. Και τη δύναμη του να κερδίσει τη μάχη με τη θλίψη που κάποιοι άλλοι του εμφύτευσαν άθελά του, χρόνια πριν.

Ps. Ήταν επιθυμία του Ορέστη να γράψω για αυτόν, με την προϋπόθεση οτι θα κατάφερνε κάποτε να "ξαναγεννηθεί"..

Ο Ορέστης σήμερα λατρεύει το σερφ. Και με τη σανίδα του δαμάζει τα κύματα. Αυτά τα ψηλά, ξέρεις, που λίγο αν δεν προσέξεις μπορεί να σε καταπιούν.. Μα βγαίνει πλέον από αυτά, πάντα νικητής!

*Cheers

Τρίτη 30 Οκτωβρίου 2018

Meglio stasera!



Κυριακή, 26 Οκτώβρη 2008

5.20μ.μ. Έχω γυρίσει απο τη σχολή με ενα κεφάλι καζάνι. Κάτι το χθεσινό ξενύχτι με την παρέα και το πάρτυ έκπληξη στο φίλο μου το Μήτσο, κάτι η πρωινή τρίωρη παρακολούθηση management σε συνδυασμό με δίωρα ανάλυσης κόστους και οικονομοτεχνικών μελετών, κάτι ο καφές και τα τσιγάρα που κάναμε στην καφετέρια πριν λίγο προσπαθώντας να κανονίσουμε την αποψινή έξοδο.. το μόνο που θέλω είναι να ξαπλώσω τη δίμετρη κορμάρα μου επι του καναπέος και να λιώσω μέχρι τα μεσάνυχτα. Μετά έχουμε κανονίσει Βέρτη με τις κολλητές μου. Παρασκευή. Μέρα  που παγιώσαμε και αφιερώνουμε μόνο στη γυναικοπαρέα. 

6.00μ.μ. Χαζεύω στην τβ τρασίλα απογευματινή και πάνω που γλαρώνω με παίρνει ο Aκης. Το γκομενάκι μου. Σε 10' θα είναι απο κάτω να με πάρει για καφέ.

«Βούκο, σε 10' Είμαι σπίτι σου. Ντύσου και κατέβα»

Πως να έλεγα στο αμόρε οτι έχουμε κανονίσει μπουζούκια σήμερα με τα κορίτσια και έλεγα να ξεκουραστώ λιγο, όταν ήρθε νωρίτερα από τη Θεσσαλονίκη που σπούδαζε, σουρπρίζ για την κοριτσάρα του?
...

Ο Άκης με περίμενε στο αμάξι με εναν τεράστιο αρκούδο στη θέση του συνοδηγού. Ένα μπουκέτο τριαντάφυλλα και μια κάρτα με αγαπούλες και άλλα τέτοια σοροπιαστά γλυκανάλατα της ηλικίας για να γιορτάσουμε την επέτειο μας! (Η οποία παρεμπιπτόντως μου ειχε διαφύγει-Νο κομενΤς)
...

Στα 20 μου οι μέρες ήταν φουλ έντονες στιγμές με φίλους, γκόμενους, παρακολουθήσεις στη σχολή, καφέδες, ξενύχτια μέχρι πρωίας σε κλαμπ και μπουζούκια. Είχαν άρωμα λουλουδιών σε ρούχα πρωινά και μίξη απο βαριά αρώματα μπερδεμένα με μυρωδιές απο τσιγάρα πάνω σε μαύρα βραδινά φορέματα.

Σάββατο 26 Οκτώβρη 2013

7.40μ.μ. πετάω εκνευρισμένη τα κλειδιά δίπλα στο τασάκι, αφήνω την τσάντα μου κάτω, βγάζω οπως-οπως τα ρουχα της δουλειάς και βρίζω σκοντάφτοντας στα παπούτσια που είχα πετάξει μέσα στη μέση, καθώς πηγαίνω προς την κουζίνα να βρω κατι να φάω. 

Μονολογώ κάτι για τη"τύχη" μου τη μαύρη,που με θέλει να δουλεύω Σαββατιάτικα.

Και εκεί που μπουκώνομαι με ένα προχθεσινό ριζότο που είχα φτιάξει με τον Τζόνι, το τότε αμόρε μιο,σχέση σοβαρή, όχι από αυτές που δεν κρατούσα ουτε τέρμηνο, έρχεται μήνυμα στο κινητό απο τον κολλητό μου.

«Λεμε να πάμε με τα παιδια το βράδυ κατα τις 10 για χαλαρό ποτάκι Χαλάνδρι. Ψήνεσαι?»

Η πρώτη απάντηση που έδωσα φωναχτά ηταν "ξέχνα το". Είχα μια πολύ δύσκολη εβδομάδα στη δουλειά, είχα μείνει άυπνη τέσσερα συνεχόμενα βράδια για να τελειώσω τη διπλωματική για το μάστερ μου και το τελευταίο πράγμα που ήθελα ήταν να καταληξω με hangover από το "χαλαρό" ποτάκι που όπως πάντα εξελισσόταν σε ολονυχτία σε καμμένα σκυλομάγαζα με τα συνοδείας ποτών με βάση τη φτηνή βενζίνη. 

Μετά σκέφτηκα οτι "τρώγοντας έρχεται η όρεξη" και απάντησα "οκ, ραντεβού έξω από την εκκλησία στην πλατεία". Όχι και τίποτα άλλο, να ζητήσουμε και καμιά συγχώρεση για τις αμαρτωλές νύχτες και μέρες μας!! 
... 

Εκείνο το βράδυ με πήρε ο ύπνος στον καναπέ αγκαλιά με το νόμο περι φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων. Τρε ζολι. Όχι και τίποτα άλλο, δεν ζήτησα και ποτέ σχώρεση για τις σωρευμένες αμαρτίες εκείνης της περιόδου.

Στα 25 μου, οι μερες ηταν τσίτα γκάζια σε λογιστήρια μεγάλων εταιριών με ξενύχτια που το ζύγι τους έγερνε περισσότερο λόγω homework, με δουλειά που ερχόταν στο σπίτι για να "ομορφύνει" τις κρύες νύχτες του χειμώνα. Οι ολονυχτίες σε μπαρ είχαν αρχίσει να αραιώνουν και τη θέση τους είχαν πάρει βράδια με ταινίες είτε με φίλους είτε με το "αίσθημα". 

Επαναστάσεις ανεξαρτησίας και δηλώσεις περί φρι σχέσεων κατέρρευσαν πανηγυρικά ενώ τη θέση τους πήραν συζητήσεις περί συγκατοίκησης, μετακόμισης, δυαράκι στο Μετς ή στην Πανόρμου, διαπραγματεύσεις με τους διαχειριστές για το αν επιτρέπονται κατοικίδια κλπ-κλπ.
...

Παρασκευή 26 Οκτωβρίου 2018

Πάει ο Τάκης, κλάψαμε το Τζόνι, στείλαμε τον Λάμπρο..τον Γιώργο Α,τον Γιώργο Β, τον Γεώργιο τον ΙΙΙ, τον Μάνο, τον Θάνο, τον Αντρίκο τον σφίχτερμαν, τον Νικ δε Γρκικ.. αγάπες πολλές, της μιας βραδιάς, της μιας βδομάδας, του μήνα,του εξαμήνου, με συμβάσεις άνω του χρόνου, ασήμαντες, σοβαρές, άλλες που πέρασαν και δεν ακούμπησαν, άλλες που άφησαν σημάδια στο πέρασμα τους.. 

Πάνε όλα. Ολα και όλοι. Αν μπορούσα να θυμάμαι και να ειχα  γραμμένα σε κάποιο παλιόχαρτο, όλα τα αρώματα, τα αισθήματα, την ένταση, τις στιγμές.. Πάνε όλα. Ολα πλέον μοιάζουν σκόνη παστρωμένη σε έπιπλα εγκαταλελειμμένου σπιτιού. 
...

6:04μ.μ. Κάθομαι ακίνητη σχεδόν και πιασμένη, στη γωνία του γκρίζου καναπέ που φέραμε από το εργένικο, τότε, σπίτι, του άντρα μου. Αλέξανδρος. Ο άνθρωπος που με το πείσμα του, την επιμονή και την υπομονή του κατάφερε να μείνει δίπλα μου, όταν τόσοι και τόσοι "κοβοντουσαν" πανηγυρικά  στα κρας τεστ που τους πέρναγα. Το αντράκι μου το γοητευτικό, που τον γνώρισα φιτ και αθλητικό και τώρα αναζητάω την φουσκωμενη γλυκιά κοιλίτσα που έχει κάνει. Και τι με αυτό.. Άντρας με κοιλίτσα σαν καραμελίτσα, λένε. 

Κοιτάω απέναντι μου, την κορνιζαρισμένη  φωτογραφία του γάμου μας. Παραδίπλα μια ψηφιακή κορνίζα συχναλλάζει φωτογραφίες μας από ταξίδια και στιγμές μας.

Το σπίτι μυρίζει απορρυπαντικό για μωρά, το πλυντήριο χτυπιέται μανιασμένο πασχίζοντας να ξεπλύνει κάτι κατουρημένα σελτεδάκια, η απλώστρα δηλώνει φουλ απο κατειλημμένες θέσεις με βρεφικά φορμάκια και εγώ.. ακίνητη, με τους βύζους έξω, ένας δεξιά για τον Αντώνη, ένας αριστερά για τον Θέμη. Δίδυμα μωρά, ετεροζυγώτες, ο ένας ξανθός γαλανομάτης σαν εμένα, ο άλλος μελαχρινός σαν τον πατέρα του.
...

Στα 30 μου, οι μέρες μου έχουν άρωμα χεσμένης πάνας, κρέμα για συγκαμμενα κωλαράκια και καφέ-ντεκαφ παρακαλώ πολυ, για να μη δημιουργεί εκνευρισμό στα ήδη νευρικά μωρά μου! Η διατροφή μου, απαγορεύει γαλακτοκομικά, λαχανικά και οτιδήποτε μπορεί να πυροδοτήσει τον δράκο των βρεφικών κολικών που μας αφήνει αυπνους τα βράδια. Στα 20 & στα 25 με κερνάγανε σφηνάκια μεχρι πρωίας και τώρα κερνάω εγω milk shakes στα μωρά μου, ως απεριτίφ, στις βραδυνές μας ολονυχτίες. 

Δε συζητώ για την σέξι εμφάνιση μου, που για να πιστέψει κάποιος πως όντως είχα, πρέπει να του δείξω τα διαπιστευτήρια απο τις εποχές που δούλευα ΠιΑρ σε νυχτερινά μαγαζιά η απο βραδιές που γλεντούσαμε με τις παρέες μου σε κλαμπ και σε μπουζουκια.. και να τα λέλουδα αραδιασμένα στα τραπέζια, να τα μπουκάλια βότκας αδειασμένα... 

Αντ'αυτού κυκλοφοράω στο σπίτι με ενα νυχτικό που διευκολύνει την απόδραση των βύζων, τα μαλλιά μου θυμίζουν μάγισσα ξεμαλιασμένη, ατιμέλητα χτενισμένη και η γερμανική κάλτσα λιγο πιο πάνω απο τον αστράγαλο ολοκληρώνει το σπιτικό outfit.
...

Ξεκίνησα να γράφω για την εβδομαδιαία στήλη μου στο περιοδικό, την περασμένη Πέμπτη, έπρεπε να παραδώσω Κυριακή βράδυ, να περάσει το κείμενο από συντακτικό έλεγχο κ.ο.κ.. και σήμερα Δευτέρα μεσημέρι, χτυπάει μήνυμα στο κινητό απρο την αρχισυντάκτρια μου..

«Νινάκι, δεν εχω κείμενο. Με βγάζεις off time. Send me asap»

Τρέχω να προλάβω, να ξεσκατίσω το ένα μωρό, να ταΐσω το άλλο, να πλύνω τα λερωμένα, να σιδερώσω τα ασιδέρωτα, να αποστειρώσω τις πιπιλες.. και εκεί που βαζω τον έναν να κοιμηθεί, πιάνω τον άλλον για να ταΐστει, μου έρχεται η ιδέα για να προχωρήσω το κείμενο μου που έπρεπε να στείλω asap βεβαίως-βεβαίως. Πιάνω το κινητό να γράψω την ιδέα, ρίχνω κατά λάθος το τηλεκοντρόλ στο πάτωμα, ξυπνάει το μωρό κλαίγοντας, κλαίει για συσυμπαράσταση και το άλλο, πετάω το κινητό, βγάζω το φόρεμα, μοιράζω τους βύζους δίκαια και παίρνω μια βαθια ανάσα για να ξυπνήσει ο εγκέφαλος μου που το τελευταίο δίμηνο κοιμάται δύο ώρες την ημέρα διαλειμματικά.
... 
Μάνα. Μητέρα. Μαμά. Mama mia. Μάνα είναι μόνο μία.
...
Δευτέρα, 26 Οκτώβρη 2023

Που θα βρίσκομαι οΡε?




............

Παρασκευή 14 Σεπτεμβρίου 2018

"Ο Μπάμπης ο ΦΛΟΥ"




Παρασκευή 4.10μ.μ. Τυχαίνει να έχω σήμερα τα γενέθλια μου, πατάω τα πρώτα –άντα. (α-σχο-λι-α-στο…) Έχω βαρέσει 20 μέρες άδεια να ξελαμπικάρω και να στρώσει το μυαλό, μετά από ένα καλοκαίρι μιξαρισμένο με φορολογικές δηλώσεις νομικών προσώπων, ισολογισμούς και non-stop hits οικονομικών καταστάσεων σε ΕΛΠ & IFRS my darling(ή κατά κόσμον ΔΛΠ)..  Χυμένη στην καναπεδάρα μου, πίνω το espressaki μου και χαζεύω μεσημεριανή τρασίλα στην τβ. Χτυπάει το τηλέφωνο.. Σηκώνω νωχελικά το ακουστικό..

-«Ναι».
-(Σιωπή).
-«Ναι;»
-Νινάκι εγώ είμαι. Δε με κατάλαβες. Χρόνια πολλά!
-(Ποιος είναι αυτός που με ξέρει και ως Νίνα & σπαμάρει την σιέστα μου 14 Σεπτέμβρη, ημέρα βροχερή..) Θαρρώ πως δε σε κατάλαβα, πες μου ποιος είσαι και τι κανΣ τώρα, τέΛοΣ. (έχουμε και ένα Σσοπινγκ Σταρ να δούμε, μη χέ$ω).
-Ο Κωστής είμαι, βρε. Ο Κωστής που τα είχαμε ένα καλοκ…..
-(Τα χάπια μου, την τσάντα μου & και ένα ταξί να φύγω. Να πάω να τον εβρώ προτού μου ξαναφύγει…)

Μιλήσαμε ίσαμε και καμιά ώρα με τον «Κωστή» τον αλήτη! Βρήκε τυχαία ένα κείμενο στο blog μου από το πάλαι ποτέ, τότε που γούσταρε μια «χωριάτισσα» και με χώρισε ένα πρωινό-η Παναγία μου, για τα μάτια μιας άλλης.

Και αφού τα είπαμε για τις ζωές μας με τον «Κωστή», παίρνει βαθιά ανάσα και μου ξεστομά:

-Εγώ να ξέρεις Νινάκι μου ήμουν πεταχτούλης και ναι μεγάλος κάφρος που σε παράτησα εκείνο το καλοκαίρι του ’12 και σχώρα με αλλά να ξες, δεν ήτανε «χωριάτισσα» η κοπελιά, από νησί ήταν, νησιώτισσα!..
-‘Αρε Κωστή! Ντουγάνι ήσουν, ντουγάνι παρέμεινες! Εδώ ολόκληρη Τζένη Μ. σημάδεψε την καριέρα της με αυτή την ατακάρα και εσύ κολλάς στο αν η γκόμενα ήταν από τον κάμπο ή απ’τα βουνά?!
(γέλαγε ο «Κωστής», γέλαγα και εγώ, μη στα πολυλογώ, κανονίσαμε καφέ κατά τις 7 σήμερα στην πλατεία..)

Και πάνω που κλείνω και σηκώνομαι να μπανιαριστώ και να παρφουμαριστώ για να δω το μανάρι, το τεκνό μετά από 6 χρόνια, χτυπάει το κινητό. Άγνωστος αριθμός.

-Παρακαλώ?
-Έλα, ο Ντίνος είμαι.  Ο Ντίνος της Μαρίας. Σε πήρα για ευχές! Της Μαρίας καλέ, που ήσασταν συνάδελφοι στο περιοδικό. Που μας έκανες κατάσταση το ’14. Τότε που γιορτάζαμε του Αγίου Βαλεντίνου και εσύ μας πείραζες και ξέρναγες καρδούλες που της είχα στείλει σοκολατάκια σε σχήμα καρδιάς, στο γραφείο. Τώρα με θυμήθηκες ε? Ε άσε Νίνα, χωρίσαμε με το «Μαράκι»..
(Και έμεινα να ακούω στο ακουστικό το δράμα του «Ντίνου» που μετά από 4 ολάκερα χρόνια τον χώρισε το Μαράκι γιατί τελευταία χρονιά, στου Αγίου «Βγάλε-Ντίνου» δεν της έβγαλε τα ρούχα γιατί της έβγαζε τα μάτια κάποιος συνάδελφος απ’ τη δουλειά..)

(ΑαααΧ. Μεγάλος έρωτας το Μαράκι με τον Ντίνο. Τι να σας λέω. Τον έκλεισα όπως-όπως τον Ντινάρα, περίμενε και ο Κωστής όχι τίποτα άλλο!)

Μετά μη σας τα πολυσυζητώ, με πήρε και η «Κορίνα η ζηλιαρόγατα» στην οποία είχα πλέξει το εγκώμιο περί ζήλιας το ’13 σε ένα άρθρο μου στο blog, και ο «Θωμάς ο άπιστος» που έναν Αύγουστο τα είχε με τη Βικάρα, άπιστη και αυτή..

Και ο «Ά-Στεγος» με πήρε, που τα είχε με τη Σίσσυ ή αλλιώς Κασσιανή, ένας παλιός καλός φίλος hip-hopας που είχε «φάει πακέτο» μαζί της κάποτε και είχε αποτελέσει πηγή της έμπνευσης μου, όταν το blog μου ήταν στις απαρχές του.

Με πήρε και ο Πάρης με το Νεφελάκι, τα παιδιά που είχαν γνωριστεί σε εταιρικό μιτινΓκ.. Τι ποια Νεφέλη? Δε θυμάστε τη Νεφέλη που έψηνε το ψάρι στον Πάρη αλλά τελικά παντρεύτηκαν και μια μέρα την είδα να περπατάει σα πάπια, περιμένοντας το πρώτο τους παιδί?!

Α, και το Σοφάκι με πήρε, που πολύ είχε ταυτιστεί με μια μου ιστορία και ο Νάσος με πήρε να μου ευχηθεί, το τεκνό που αποχαιρετούσα τον Ιούλιο του ’15 στο «ΕρΠορτ». Αυτός ντε, που έφυγε για τα Αραβικά Εμιράτα και τον φάγανε οι μπαμπουίνοι.

Και εκεί που είπα, δε θα ξανασηκώσω τηλέφωνο για απόψε, έχω να παρφουμαριστώ για τον Κωστή το μανάρι, που θέλω να με δει και να καταλάβει τι χάνει βεβαίως-βεβαίως, όταν θα του κοτσάρω το μονόπετρο και το βερόνι στο δεξί που φοράω!! Με παίρνει ο Μπάμπης.

Ο Μπάμπης ο «φλου». Αυτός δε πήρε για να ευχηθεί. Πήρε λέει για να παραπονεθεί. Γιατί πίστευε ότι ήμασταν φίλοι από το δημοτικό και …

-Ρε Νινάκι εγώ δε περίμενα ποτέ ότι θα πίστευες για εμένα ότι είμαι ΦΛΟΥ. Πάντα πιωμένος και άνεργος ρε Νινάκι εγώ? Επειδή στα 25 μας, τότε που βγαίναμε και κλαμπάραμε ως το πρωί έπινα λιγάκι παραπάνω?...
(Κόκκαλο ο Μπάμπης. Πιωμένος ήτανε πάλι..!!!)

«Τι να σου πω ρε Μπάμπη. Εδώ κοτΖαμ τραγούδι γράφτηκε για την πάρτη σου και εσύ ζητάς από εμένα τα σπασμένα? Τι να πει και ο Γιωργάκης ο πονηρός που αυτά που λέει δε τα τρως, και ο Γιάννης που σπίτι δίχως αυτόν προκοπή δεν κάμει, και η Παναγιώταινα που από το ολότελα καλή είναι και αυτή και όποιος εν πάση περιπτώσει ταυτίζεται κατά καιρούς με στίχους, με τραγούδια, με κείμενα, με παροιμίες….»

Έλα μη χ€σω! Και εμένα με έκαναν μυθιστόρημα  και μάλιστα τετράτομο, δεν ζω στο Σαλιχλί όμως!

*Τα φιλιά μου στις φαντασμένες σας μουτσούνες. Ακομπλεξάριστα, με χιούμορ και μια πρέζα κυνισμού!



Πέμπτη 13 Σεπτεμβρίου 2018

Γύρνα σε’ μένα! (όπα)



Bio:     Σοφία.
Ετών: σχεδόν 33,
κιλά: σχεδόν 83,
νούμερο παπουτσιών: σχεδόν 43.
*(Κρατήστε το «τρίΟ», της αρέσει ως νούμερο).

Intro:   Party animal το Σοφάκι, απ’ τις αρχές της εφηβείας της. Χούι που δε φεύγει εύκολα. Γυναίκα νταρντάνα, με τους χυμούς της να ξεδιψάνε βόρεια, νότια, ανατολικο-δυτικά προάστια και κεντρικό τομέα βεβαίως-βεβαίως. Έχοντας γράψει στα τεφτέρια της πολλούς, περιστασιακούς και μη, γκόμενους, κοντά στα 28 βρίσκει τον «έρωτα» τον μοναδικό, τον ματσωμένο, τον πρόστυχο, τον ιδανικό και ένα ωραίο πρωινό του ξαμολάει και ένα παιδί σερνικό και μέσα σε ένα χρόνο βρίσκεται το Σοφάκι «ερωτευμένο», γκαστρωμένο, βολεμένο και φυσικά.. στεφανωμένο!

Scene 1: Μα περνάει ο καιρός και επειδή όπως έλεγε ο σοφός λαός «καλύτερα να σου βγει το μάτι παρά το όνομα», το Σοφάκι πλήττοντας στην οικογενειακή ζωή της, αποφασίζει να σπαμάρει ανελέητα ένα πρώην γκομενάκι της, κρυφό απωθημένο μιας ζωής. Στέλνει μηνύματα, μοιράζει κλήσεις, ανησυχάει που τo πρώην fuck*nbody δεν απαντάει και ξεκινάει το στοκάρισμα σε φεισμπούκια, τουίτΑαρ, ίνσταγκραμ κλπ-κλπ. Μέχρι και τίνNΤερ έκανε, ελπίζοντας ως άλλη νεράιδα TinDer-bell (βαρέων - βαρών) να βρει τον Πήτερ-Πάν της. Μάταια όμως..

Scene 2:  Άφαντο το body, στα πατώματα η Σοφία. Και δώσ’ του να τσακίζει τα μπακλαβαδάκια τις μεταμεσονύχτιες ώρες, ψάχνοντας στο ιντερνέτ να βρει «ένα του σημάδι μόνο», όπως τραγούδαγε και ο Αντύπας. Μέχρι που της σφυρίξανε, πως το κορμί παντρεύτηκε και πως νοικοκυρεύτηκε. Πως πήγε σε άλλες συνοικίες και κάνει πιά παρέα μόνο με.. κιουρίες. Πως του αρέσουν τα ΒουΠου και δε κοιτάει πια οπού και οπού.

Scene 3:  Αφού το Γιάννη δε μπορούσε πια να βρει, και με το φόβο της ότι απ’ τον πολύ καημό στο αγαπημένο της το τζιν δε θα μπορούσε πια να μπει, βρίσκει τη γκόμενα του τη νέα, τη φευγάτη, αυτή που ήτανε λευκή σα τη Χιονάτη και ξεκινάει ολημερίς και ολονυχτίς κατασκοπία, να βρει το φίλτρο να την κάνει μια χοντρή.. κιουρία.

Scene 4: «Και δώσ’του τα πάρτυ, και δώσ’του το πιώμα…» γιατί η νέα ήταν ωραία και καπάτσα και μοιραία.. και ήρθε και στοίχειωσε το Σοφάκι που παρακολουθούσε all day και all night τη ζωή της Άλλης, της δήθεν της Μεγάλης.. Πούθε έκανε check-in, τι φώτος ανεβάζει, τι έγραφε στα στόρι της, πως ήτανε το αγόρι της (και κάποτε δικό της παρά λίγο αγόρι..).

Stop:      «Γιάννηηηη αυτή η γυναίκα θα με τρελάνννειι»! ! ! ! !

Back to reality: Έμεινε το Σοφάκι να τραγουδάει το «Μαύρα γυαλιά φοράω, στέκομαι σε κοιτάω, πάει ένας χρόνος πια και κάτι…».

Outro:  Αγαπητό μου «Σοφάκι», εσύ που όντας παντρεμένη, με παιδιά, σκυλιά, γατιά, αντί να κοιτάς το σπίτι σου, κοιτάς των άλλων τα κανιά…

              Πάρ΄το απόφαση, είσαι χαμένη υπόθεση, μη ψάχνεις άλλη πρόφαση σε έχει ξεχάσει οριστικά!
          
               Γυναίκες γεμάτες ανασφάλειες και κόμπλεξ, που θεωρούν ότι ο κόσμος περιστρέφεται γύρω από τις καμπύλες τους, επιθυμούν να χώνονται σε ζωές τρίτων όταν νιώθουν ότι έχουν απαξιωθεί και τσαλακώνεται ο εγωισμός τους όταν συνειδητοποιούν ότι δεν υπήρξαν τίποτε παραπάνω από περαστικές για τις ζωές κάποιων άλλων…


Οι τσαλακωμένοι σας εγωισμοί δεν ισιώνουνε με καταστάσεις που θυμίζουν φτηνά, ξεθωριασμένα και ξεχειλωμένα «τρίο» κοριτσάρες μου.

              Γι’αυτό, γρήγορα τη Stirella! Το αύριο του σιδερώματος.. Κάνουμε και διαφήμιση να ούμε..

               *Φιλούρες στις ξινισμένες σας μουτσούνες!







Παρασκευή 3 Αυγούστου 2018

Μοιράζονται «καρδούλες» εδώ




Να μοιράζεις «καρδούλες» αντί της αγάπης  που δεν είσαι ικανός πια να μοιράσεις.
Να μοιράζεις «καρδούλες» αντί της αγάπης που δε σε αφήνουν πια να μοιράσεις.

ΕΚΕΊ φτάσαμε. Ανοίγω & ξανα-ανοίγω τα σόσιαλ μίΝτια βαριεστημένα, απλά και μόνο για να μη νιώθω το κενό που μου αφήνει η απουσία κάποιου με την παρουσία του.

Περιμένω κάθε ημέρα να πάρω «κάτι» από την «ολοκληρωτική» αγάπη που λέει ότι διαθέτει για εμένα και κάθε βράδυ, στο τελείωμα της ημέρας, αφήνομαι να πέσω πάλι σε αυτό το κενό που δημιουργεί η παρουσία του.

Δύο ξένοι στον ίδιο καναπέ. Δύο μυαλά που περπατούν σε καλά τεντωμένες παράλληλες γραμμές. Που προσπαθούν επιτηδευμένα να μη κάνουν πολύ «θόρυβο», για να μη ξυπνήσουν το «μωρό» που κοιμάται μέσα τους. Αυτό το αναρχικό & ανυπότακτο μωρό που αν βάλει τα κλάματα θα ξυπνήσει μέσα σου όλα τα «μεθυσμένα» ένστικτα, όλες τις «καταπιεσμένες» ανάγκες.

2:30 τα ξημερώματα. Εγώ να πνίγομαι από υπερένταση. Προσπαθώ να μην ανασαίνω για να μη ξυπνήσω το… «μωρό». Και αυτός δίπλα μου να ροχαλίζει.

Έχω κάποιες «καρδούλες» στριμωγμένες στην καρδιά μου. Δε ξέρω τι να τις κάνω.

Να, πάρε μια «καρδούλα» εσύ φίλη μου, για τη φώτο σου από τις υπερ-γαμάτες σου διακοπές.

Να, πάρε και εσύ μια «καρδούλα» φίλε μου, για τα ποντίκια που φουσκώνεις Αυγουστιάτικα στα γυμναστήρια.

Πάρτε καρδούλες όλοι σας οΡέ, σε ίνΣταγκραμ & φεισΜπούκια, μιας & «το αγόρι μου κοιμάται, μη σας λέω, ΜΗ μιλάτε…»

Μοιράζονται «καρδούλες» εδώ, για την «αγάπη» την άχρωμη, την ρεαΛιστιΚιά, μιας και η άλλη μας έκατσε βαριά...




Κυριακή 22 Ιουλίου 2018

Ένας πελαργός τον Αύγουστο



Εσύ να κρατάς στα χέρια σου το τεστ εγκυμοσύνης, περιτριγυρισμένη από 5-6 φίλες σου, οι οποίες μόλις τους ανακοινώνεις ότι είσαι soon to be μαμά, τσιρίζουν ενθουσιασμένες. Άλλη ουρλιάζει, άλλη κλαίει, άλλη έχει ήδη προσθέσει στο ηλεκτρονικό καλάθι φορμάκια για νεογέννητα, άλλη έχει βλέμμα σοβαρό, οσάν άλλη Πυθία, μασάει την τσίχλα της, υπολογίζει γόνιμες ημέρες, ημέρα σύλληψης, ΠΗΤ και βγάζει πρόχειρους αστρολογικούς χάρτες, κυρίαρχους πλανήτες ωροσκόπου, Σελήνη σε Καρκίνο, Άρης και Δίας σε Ιχθείς, Κρόνο σε Ταύρο και όπα ΣΤΑΣΟΥ: WHAT THE FU*K, Πλούτωνας σε Αιγόκερω? Όλες έχουν παγώσει από τη θέση του πλανήτη, όλα γύρω σου γυρίζουν, σκέψεις, λέξεις, σχέσεις, όλα.. και η στιγμή μοιάζει σκηνή από χολιγουντιανή chick flick ταινία. 


#ΝΟΤ

Στην πραγματική σκηνή του μονόπρακτου εσύ κρατάς το τεστ εγκυμοσύνης. Το κοιτάς. Το ξανακοιτάς. Γραμμές δύο. Ροζ παλ η μια, ροζ μπον-μπον η άλλη, οι οδηγίες το έγραφαν ξεκάθαρα.. τουτ’ έστιν «έγκυος». Περιφέρεσαι σα το ζόμπι ως το σαλόνι, στον καναπέ βρίσκεται χυμένος ο φίλος σου, σε κατάσταση νιρβάνας.  Πάνο μου, κοίτα εδώ. Το κοιτάει, τον κοιτάς, σε κοιτάει, το κοιτάτε και ψάχνετε ποιος θα κάνει τη «μάνα» στην κολοκυθιά και ποιος τα «κολοκύθια»..

Όλοι με καθησύχαζαν ότι αυτοί οι 9 μήνες που θα διένυα είναι οι πιο όμορφοι μήνες της ζωής μιας γυναίκας. Οκ. Να το πιστέψω είπα, δεν ήξερα, αλλά ρώταγα. Και όσο ρώταγα, μάθαινα, και όσο πέρναγαν οι εβδομάδες έβλεπα αλλαγές να μου συμβαίνουν που ξεπετιόντουσαν σα τα μανιτάρια και εμένα κάτι μέσα μου, μου δήλωνε ότι «θα περάσουμε δύσκολα μανίτσα μου.»

Το πρώτο σοκ έρχεται όταν τα πρηξίματα περιόδου που νιώθεις, σηκώνουν απαγορευτικό στο να φορέσεις την καινούργια κολλητή φούστα-φάκελο που είχες αγοράσει με χαμόγελο ως τα αυτιά. Ήμουν θυμάμαι στις πρώτες εβδομάδες ακόμα, όταν ένα μεσημέρι μετά το φαγητό στη δουλειά, πήγα στο μπάνιο, άνοιξα το κουμπί στο office παντελόνι μου και  ένιωσα ευγνωμοσύνη που είχα φορέσει μια φαρδιά πουκαμίσα που κάλυπτε την τουμπανιασμένη μου, ανύπαρκτη τότε, κοιλιά. Αρχικά σκέφτηκα ότι θα έφταιγαν οι φακές, ε ναι, δεν είχαν πολύ λάδι, δεν έφαγα και πολλά παξιμάδια και αυτό ήταν παιδί μου, δεν θέλανε πολύ οι άτιμες να σε φουσκώσουν. ΑΜ ΔΕ. Το κουμπί στα παντελόνια μου δεν έκλεισε ποτέ ξανά. Το νούμερο 36, έπεσε ηρωικά μετά από 3 εβδομάδες, όταν αποφάσισα να κάνω ανανέωση στην γκαρνταρόμπα μου και να ψωνίσω 1-2 πιο άνετα παντελονάκια, νούμερο 38. Αλλά και αυτό το νούμερο δεν κράτησε πολύ, καθώς όσο έμπαινα εγώ μέσα στα παντελόνια τόσο δυσφορούσε η κοιλίτσα και ζορίζονταν τα λάστιχα των παντελονιών. Μήνας Μάρτης, γδάρτης και παλουκοκαύτης.

Και δεν ήταν μόνο τα ρούχα μανίτσα μου, ήταν αυτή η περίεργη πρωινή ανακατοσούρα, που τέτοια δεν είχα ούτε όταν πήγαινα σουρωμένη από ξενύχτι, έχοντας πιει το Βόσπορο, στη δουλειά. Και να οι εμετοί, να οι ζαλάδες, οσάν να είσαι στο μπΛου σταρ Μύκονος με 9 μποφόρ απάνω σε κοθόρνους, να οι λιγούρες που μου γύριζαν το μάτι και νόμιζα θα γίνω ανθρωποφάγος αν δεν είχα φαγητό την ώρα που το ήθελα στην ποσότητα που ήθελα. Ήταν και ο φουκαριάρης ο άντρας μου που είχε μάθει πάντα να παραγγέλνουμε για δύο και να τα τρώει όλα μόνος του μέχρι εκείνο το βράδυ που με έβγαλε έξω για φαγητό, σε κρισάρα πείνας μου και γούρλωσε το μάτι σκιαγμένος όταν ενώ είχε τσιτώσει  πατάτα τηγανητή και φέτα στο πιρούνι, του φωνάζω απειλητικά «άσε κάτω την πατάτα Παναγιώτη, αυτή θα την φάω ΕΓΩ».

Και πέρασε ο Απρίλης και άνοιγε ο καιρός και μαζί του «άνοιγε» και η περιφέρεια, και η κάτω και η πάνω και οι βυζοθήκες πια ξεχείλιζαν, εκεί να δεις σοκάρα, όταν μέσα σε ένα βράδυ του Ιούνη ανέβηκα 3 πατώματα σουτιέν και μέτραγα απανωτά εγκεφαλικά μέχρι να συνέλθω. Για τα παντελόνια δε το συζητώ, αυτά εξοστρακίστηκαν και πήγα σε εποχή προ γυναικείας επανάστασης, όπου στη ντουλάπα υπήρχαν μόνο φορέματα, φαρδιά και άκομψα να μη διαγράφουν κοιλιές και άναρχες καμπύλες που ως τότε δεν υπήρχαν ούτε κατά φαντασία.

«Δυόμιση και εγώ περιμένω, τρεις και ακόμα μόνος μου μένω», όταν ένα βράδυ σε μια μεταμεσονύχτια ξ-αγρυπνία μου, έχοντας την αβάσταχτη ανάγκη να πάω προς νερού μου, έδωσα εντολή στο σώμα να γυρίσει και να σηκωθεί και αυτό καθόταν σα κοτρώνα πάνω στο στρώμα μου. Το «χτύπημα» ήρθε από πίσω μου, όταν ο Πανίκος, μου έδωσε μια σπρωξιά για να καταφέρω να γυρίσω στο πλάι και να σηκωθώ. Από τότε σηματοδοτείται η έναρξη του παιχνιδιού «βαρελάκια» στο κρεβάτι» και «τι σου κάνω μάναΜ» - «με Ζμπρώχνεις για να σηκωθώ και να μη κατουρηθώ επιτοΠέως». Βέβαια αυτά πλέον, στο τελευταίο τέρμινο του 9μηνου έχουν εμπλουτιστεί με επιφωνήματα «μισό να βαστήξω τοίχο» ή «Ζμπρώξε γερά να σηκωθώ» αλλά και με χορευτικές κινήσεις ποδιών αλά κατσαρίδα που έχει γυρίσει τανάΣκελο πρωτού ξεψυχίσει και παλεύει να ντελαπάρει αλλιώς μπας και καταφέρει να το βάλει στα πόδια….

Και καλά τα γράφω να γελάσουμε, αλλά βάλε στο νου σου, ότι καμιά φοράδα από αυτές που γεννήσανε δε μου είπε ποτέ, ότι η αυτονομία μου χωρίς τουαλέτα θα είναι max στο τέταρτο της ώρας, πως θα ψάχνω σαν εξαρτημένη τουαλέτα να κατουρήσω, πως θα έχω το «γοητευτικό» περπάτημα της πάπιας, πως θα με ρυμουλκούν για να σηκωθώ από καναπέδες και κρεβάτια, πως τα άλλοτε καλαμάκια που είχα για πόδια, αν τα αφήνω ώρα κρεμασμένα ή όρθια έρχονται και γίνονται λουκάνικα Φρανκφούρτης, πως στη ζέστη θα πρέπει να αγκαλιάζω ανεμιστήρες και κλιματιστικά για να μη βρεθώ τανάσκελο λόγω χαμηλής πίεσης.. Να πω και άλλα?

«Ορκίζομαι κύριε δικαστά μου ότι δε θα ξαναφάω τα βράδια. Και εκείνο το σουβλάκι που χτύπησα προχθές, ανάθεμα το. Και την pizza for vegans που δοκίμασα παραπροχθές και αυτή τρισανάθεμα τη. Και τα ποπ κορν που είχα τσιμπήσει ένα βράδυ δειλά στο σινεμά, αυτά να καούν στην κόλαση παρέα με το βούτυρο τους. Και ένα τοστάκι  που παραστράτησα και έφαγα ένα βράδυ, πριν τις 9μμ θα θελα να τονίσω, κύριοι ένορκοι, στο πυρ το εξώτερο να πάει και αυτό το σαφρακιασμένο.» Διότι δεν ξέρεις τι θα πει καούρα φίλε μου, μέχρι τη στιγμή που θα νιώσεις στη κοιλιά σου ένα μωρό να κλωτσάει σαν τον Ροναλντίνιο και στο στομάχι σου ένα δράκο, να βγάζει φωτιές και να βρυχάται, όχι για μια, όχι για δύο, αλλά για τουλάχιστον ΤεΣσεΡις ώρες, στερώντας σου το δικαίωμα του ανάλαφρου ύπνου…

Μου μυρίζουν κεφτέδες με πατάτες τηγανιτές. Και εγώ ΠΕΙΝΑΩ. ΕΓΩ πεινάω? Ή μήπως ΑΥΤΌ πεινάει? Αυτόοοο το alien που κατοικεί εντός μου, που έχει αράξει την πέτσα του και έχει κάνει τη μανούλα χοντρή και δυσκίνητη, σα τη Ρόζα τη μπουλντόζα…

Ήμασταν στο σημείο με τους κεφτέδες. Με μπόλικο δυόσμο κουλουπου κουλουπου. Όχι τηγανιτοί, στο φούρνο. Fο-κεφτέδες. Ένα πράμα σα τα fo bijoux να’ ούμε. Έξω η θερμοκρασία αγγίζει τους 40 βαθμούς. Έχω δίπλα μου ένα ημερολόγιο και κάθε μέρα μετράω εβδομάδες, σα το φυλακισμένο. Βδομάδες να μετράτε μικρές μου φοράδες. Οι μήνες μοιάζουν μακρινοί και οι ημέρες ύπουλα πολλές. Βδομάδες. Και άμα οι εβδομάδες πέσουν κάτω από τις 10, το σίγουρο είναι ότι εσείς θα νιώθετε πως έχετε φάει και το γάιδαρο, και τη σέλα και τη φαμίλια του γαιδάρου και τα τριτοξάδερφα του γαιδάρου αλλά το μουλάρι θα βγει, που θα πάει.. θα βγει..

Λευτεριά στις γκαστρωμένες!