Θέλω να πω το όνομά σου, θέλω να σου μιλήσω ξανά, να σε δω.
Δε μπορώ να ξεχάσω τα μάτια σου. Εκείνη την τελευταία φορά που με κοίταξες. Που προσπάθησες να μου μιλήσεις και εγώ σου γύρισα την πλάτη, δήθεν αδιάφορα.
Ήσουν δικός μου για μια στιγμή.
Όχι μόνο μια. Περισσότερες από μία. Όσες φορές ήρθες σε εμένα. Όσες φορές η φωνή σου γινόταν τρυφερή. Όσες φορές το βλέμμα σου με αγκάλιαζε, όταν τα χέρια μας ήταν δεμένα.
Έχω θράσος. Το ξέρεις πως έχω. Αλλά με εσένα δεν μπόρεσα. Έκανα ένα βήμα μπροστά και ύστερα κόλωσα, άρχισα να τρέχω προς τα πίσω.
Ήθελα να κρυφτώ. Ήθελα να κρυφτούμε μαζί. Όπως εκείνες τις στιγμές που είχαμε οι δυό μας. Οι δύό μας, ανάμεσα στον κόσμο που περνούσε αθόρυβα.
Πόσο σε θέλησα.
Το χαμόγελο σου. Πόσο χαμογελάω όταν το σκέφτομαι.
Και ύστερα. Δάκρυα που συγκρατώ. Δε θέλω να τα αφήσω. Ούτε αυτά. Όπως δεν άφησα ούτε εμένα, ούτε εσένα.
Ξέρω πως με σκέφτεσαι. Σιωπηλά. Βουβά. Μήπως έχουμε και άλλη επιλογή?
Ξέρω πως με διαβάζεις.
Θέλω τόσο να σε συναντήσω ξανά. Μα πως..
Μόνη, χαμένη σε μια χώρα που δεν ανήκω. Και που μια ημέρα, αργά ή γρήγορα θα αφήσω πίσω μου και μαζί με αυτή θα αφήσω κάθε ελπίδα να σε συναντήσω τυχαία.
Εσένα και τα υπέροχα χείλη σου, που όταν χαμογελούσαν, ερχόταν καλοκαίρι στην παγωμένη καρδιά μου.
Μου λείπεις, το ξέρεις? Μου λείπει η γλυκιά αναστάτωση που ένιωθα όταν σε έβλεπα. Η χαζή προσμονή, η παιδιάστικη ανησυχία, αυτό το γαργαλιτό που μούδιαζε το μυαλό μου.
Είσαι ένα άρωμα. Το πιο αγαπημένο μου. Άρωμα από γιασεμί, τριαντάφυλλο και κεχριμπάρι. Ένα άρωμα που γνώρισα όταν σε συνάντησα και που λατρεύω να φοράω και να σε νιώθω κοντά μου. Ένα άρωμα που δε θέλω να ξεθυμάνει ή να τελειώσει ποτέ.
Θέλω μια στιγμή ακόμα κοντά σου. Θα μου τη δώσεις? Τι λες? . . . .