Ευτυχία είναι..
Να ξυπνάς τα πρωινά από το άρωμα του καφέ που σου έχει φτιάξει ο αγαπημένος
σου «βάτραχος» (κατά κόσμον το μαναράκι σου) για να σε ξυπνήσει γλυκά πριν πας
στη δουλειά.
Να μπορείς να απολαμβάνεις ένα πιάτο ζεστό φαγητό, φτιαγμένο από τη μάνα
σου. Καθισμένος στο τραπέζι του σπιτιού σου. Μακριά από κινητά που σε απειλούν
ότι θα χτυπήσουν και θα πρέπει να τρέξεις. Μακριά από λάπτοπ που καταπίνουν
τόνους δεδομένων και απορροφούν τη δημιουργική φαντασία σου. Που τα πλήκτρα τους
μαγνητίζουν από κάτω τους ψίχουλα από κουλούρια Θεσσαλονίκης και άλλα φαγιά που
τρως απορροφημένος σα χάνος από πάνω τους, ενώ παράλληλα φοβάσαι μη σου ξεφύγει
κανένα από τα big data του αρχείου σου.
Ευτυχία είναι να αγαπάς έναν άνθρωπο χωρίς να περιμένεις από αντάλλαγμα να
σε αγαπήσει και αυτός. Αυτός να πάει να γαμηθεί στο κάτω κάτω ρε φίλε, άμα δε σ’
αγαπάει. Χαμένος εξάλλου δεν είναι αυτός που έδωσε και δεν πήρε, αλλά αυτός που
δεν ήξερε και δεν έμαθε ποτέ του να προσφέρει.
Να περπατάς στο δρόμο και να χορεύεις ακούγοντας το αγαπημένο σου τραγούδι
αδιαφορώντας για όλους τους μίζερους που μπορεί να περνάνε από δίπλα σου
κοιτώντας κάτω αν φύτρωσαν μαρούλια στην άσφαλτο της Αθήνας ή που ψελλίζουν
δήθεν σαλεμένα το κλισεδάκι που φοριέται τελευταία «όρε που πάει ο κόσμος». Όρε
που πας ΕΣΥ? ΕΣΥ ξέρεις που πας? Αναρωτήσου από πού ξεκίνησες και που θέλεις να
φτάσεις ΕΣΥ στη ζωούλα σου και πάνε μετά να δεις που θα πάει και αυτός ο
κόσμος..
Ευτυχία είναι να ξυπνάς και να ξέρεις ότι έχεις bonus άλλη μια ημέρα για να ζεις και να αναπνέεις, για να μπορείς να γελάσεις, να
κλάψεις, να νοσταλγήσεις, να σκεφτείς, να εκνευριστείς, να βρίσεις, να
θυμώσεις, να κουραστείς και να πας να κοιμηθείς, έχοντας βάλει ακόμα μια
κουκίδα στον ημητελή πίνακα της ζωής σου.
Να μπορείς να ζωγραφίζεις στους τοίχους συνθήματα αγάπης, να χαράζεις
καρδούλες σε δέντρα και παγκάκια και να μουτζουρώνεις αδιάφορα το μπλοκ σου,
ενώ ακούς στην tv για financial crisis και άλλα
κοινωνικοπολιτικοψυχολογικά προβλήματα.
Ευτυχία είναι να ανοίγεις το στόμα σου και αντί να πετάς βατράχια να λες
λέξεις όπως «θέλω, μπορώ, διεκδικώ, επιθυμώ, προσπαθώ, ονειρεύομαι, πεισμώνω,
κυνηγάω, αλλάζω, βελτιώνω, συγχωρώ, εξερευνώ κλπ κλπ κλπ».
Να σε φιλάει αυτός που θες και να ζεσταίνει την καρδιά σου, όταν έξω έχει
-10ο C. Να μην πνίγει κανείς κανέναν με τις αγκαλιές του. Να σε κοιτάει στα μάτια
και σου λέει όλα αυτά που ως χέστης και αντιδραστικός αρνείται να σου πει…
Και η μεγαλύτερη ευτυχία είναι να αναγνωρίζεις πως ακόμα και αν είσαι σε
ένα κοπάδι από πρόβατα, εσύ δεν είσαι άσπρο σαν όλα τα άλλα, που τους φωνάζουν «μπεεε»
και λένε «μπεεεεε». Εσύ είσαι ένα γκρι, μαύρο, μπορεί και μπιρμπιλωτό ακόμα,
άσχημο κατσαρόμαλλο πρόβατο που ξέρει ότι διαφέρει από τη μάζα και ΓΟΥΣΤΑΡΕΙ να
διαφέρει παρόλο που οι άλλοι το φωνάζουν «άσχημο» και προσπαθούν να το δώσουνε
στον κακό τον λύκο.
(…)
Να μη φοβάσαι τα παραμύθια. Εδώ ολόκληρη κοκκινοσκουφίτσα δε φοβήθηκε το
λύκο. Εξάλλου τα παραμύθια δεν είναι αλήθεια μα και αν ήταν, όλα τα παραμύθια
τελειώνουν καλά και ζούνε αυτοί καλά και εμείς καλύτερα…
Να προσπαθείς να ζεις όχι απλά καλά. Να προσπαθείς να κυνηγάς το όνειρο να
ζήσεις καλύτερα, ακόμα και αν τα παπούτσια που πρέπει να φορέσεις είναι μεγαλύτερα
από το νούμερο που φοράς.
Ξεχνάς τι κατάφερε ο παπουτσωμένος γάτος?